Πότε (και πως) να είμαστε Λυπημένοι
του Γιάνκι Τάουμπερ
Ένας άνδρας χορεύει στον γάμο του μονάκριβου παιδιού του. Είναι καλός χορευτής αλλά ποτέ πριν και ποτέ ξανά στην ζωή του δεν θα έχει ο χορός του την χάρη και την εκφραστικότητα που επιτυγχάνει σήμερα. Στην πραγματικότητα, όλα τα ταλέντα του, οι ικανότητες του και τα προσόντα του είναι σήμερα στο ζενίθ τους. Το μυαλό του είναι στο απόγειο της εξυπνάδας του, οι αγάπες του και τα μίση του είναι στη πιο φλογερή τους φάση. Αν του βάλουμε ένα πινέλο στο χέρι θα μας ζωγραφίσει ένα πινάκα που που θα φανερώνει το έπακρο του καλλιτεχνικού του δυναμικού.
Οι Χασσιδίστές δάσκαλοι χρησιμοποιούν αυτήν την παραβολή για να δείξουν τον ορισμό της «χαράς». Η χαρά είναι αποκάλυψη. Η χαρά ξεθάβει κρυμμένα δυναμικά που κανένας πριν δεν γνώριζε πως υπήρχαν και τα αυξάνει σε επίπεδα που κανείς δεν σκέφτηκε ότι είναι δυνατά. Η χαρά είναι μια διάχυση του εαυτού σε μέρη κι επιτεύγματα πολύ πέρα από τους φυσικούς ορίζοντες της ψυχής.
Αν η χαρά είναι η αποκάλυψη και η διεύρυνση της ψυχής, τότε η λύπη είναι η απόκρυψη και η συστολή μιας ψυχής. Στην λύπη η ψυχή αποσύρεται, κατασιγάζοντας κάθε εξωτερική έκφραση, συστελλόμενη στο μικρότερο κομμάτι του εαυτού.
Δεν αποτελεί έκπληξη λοιπόν το γεγονός οτι η Χασσιδική μελέτη συνοφρυώνεται με την λύπη. Ένα παλιό Χασσιδικό ρητό λέει, «η λύπη δεν είναι αμαρτία, αλλά το αποτέλεσμά της στο άτομο είναι χειρότερο από οποιαδήποτε αμάρτημα».
Η ψυχή στάλθηκε σ’ αυτόν τον κόσμο όχι για να είναι αλλά για να κάνει. Όχι απλά για να υπάρξει αλλά για να καταφέρει. Το να αποσυρθούμε στον εαυτό μας είναι σαν να αναποδογυρίσουμε την ροή της ζωής.
Παρόλα αυτά, υπάρχουν φορές που μας λένε να είμαστε λυπημένοι. Η καθημερινή απαγγελία του Σσεμά την ώρα του βραδυνού ύπνου (κριάτ σσεμά σσεάλ αμιτά) είναι μια τέτοια περίπτωση. Τα τελευταία λεπτά της ημέρας είναι μια στιγμή αυτοεξέτασης, μια στιγμή για να αισθανθούμε λύπη και τύψεις συνειδήσεως για τις αποτυχίες της ημέρας και για τις χαμένες ευκαιρίες. Μια φορά τον μήνα, την Παραμονή του Ροσς Χόντεσς (Παραμονή του Καινούργιου Φεγγαριού) η διαδικασία επαναλαμβάνεται σε μεγαλύτερη κλίμακα περιλαμβάνοντας τον μήνα που φτάνει στο τέλος του. Επίσης υπάρχουν ετήσιες μέρες νηστείας και «μέρες λογαριάσματος». Αυτές τις μέρες βρισκόμαστε στην πιο θλιβερή περίοδο του Εβραικού ημερολογίου, στις «Τρεις Εβδομάδες» που θρηνούν την καταστροφή του Ιερού Ναού στην Ιερουσαλήμ.
Χωρίς αυτούς τους καιρούς της θλίψης, η χαρά μας θα έρεε λανθασμένα. Η παραμικρή απόκλιση από την πηγή θα αναπτυσσόταν σε μια μεγάλη διαφοροποίηση παρακάτω και θα γινόταν ακόμα πιο διεφθαρμένη καθώς θα ακλουθούσε την στρεβλή πορεία της. Οι ζωές μας θα γινόντουσαν ακανόνιστες και διάχυτες και θα εξατμίζονταν. Γι αυτό είναι κρίσιμο, από καιρό σε καιρό, να ανακόπτουμε την ορμή, επιστρέφοντας στην πηγή για να κάνουμε τις απαραίτητες προσαρμογές και αναθεωρήσεις.
Φυσικά, υπάρχει πάντα ο κίνδυνος η απόσυρση να γίνει δίνη, ο εαυτός μια μαύρη τρύπα που ρουφιέται βαθύτερα και βαθύτερα μη επιτρέποντας καμμία απόδραση. Αν η χαρά έχει τους κινδύνους της, η λύπη είναι πολύ πιο επικίνδυνη.
Αυτό, τότε είναι το κλειδί: η αναλογία πρέπει να διατηρηθεί- μια ώρα, μια μέρα, είκοσι μονές μέρες τον χρόνο και η λύπη να περιορίζεται μέσα σε αυτά τα όρια. Πρέπει να παραμείνει μια ενεργή αναζήτηση, και όχι ένα παθητικό βύθισμα. Και πάντοτε πρέπει η λύπη να διαπνέεται με μια επίγνωση του σκοπού της: να χρησιμεύσει σαν εργαλείο για χαρά.