Κάντε το παιδί σας ομιλητικό

Του Γιαακόβ Λίντερ

Στο τραπέζι του Σέδερ μας ζητείται να κάνουμε όσο το δυνατόν πιο πολλά και ασυνήθιστα πράγματα ώστε να εγείρουμε την περιέργεια των παιδιών μας και αυτά με τη σειρά τους να εκφράσουν τις απορίες τους. Με αυτόν τον τρόπο αναπτύσσεται ο διάλογος μεταξύ μας, αφού μόνο ακούγοντας τις ερωτήσεις τους μαθαίνουμε τα πιο βαθιά τους συναισθήματα και σχεδιάζουμε ανάλογα τις συζητήσεις μας μαζί τους.

 Αν έχετε περισσότερα παιδιά από ένα, έχετε πιθανότατα παρατηρήσει πως είναι διαφορετικά μεταξύ τους. Μερικά παιδιά είναι πολύ ομιλητικά και δεν σταματούν αν δεν σας πουν τα πάντα. Άλλα πάλι δεν είναι καθόλου ομιλητικά και είναι πολύ δύσκολο για το γονιό να καταλάβει τι ακριβώς συμβαίνει στο μυαλό και στη ζωή τους. Εάν έχετε ένα τέτοιο παιδί, θα πρέπει να εξετάστε με προσοχή τις αιτίες που το οδηγούν να απέχει από την παροχή πληροφοριών σχετικά με τον εαυτό του.

Σε μερικά παιδιά είναι πιθανόν να συνδέεται με κάποια προηγούμενη αρνητική εμπειρία. Ίσως κάποτε καθίσαμε να τα ακούσουμε και μόλις μοιράστηκαν μαζί μας αυτό που τους είχε συμβεί, τότε τα κρίναμε λέγοντας, «Δεν θα έπρεπε να το είχες κάνει».

Ίσως πάλι ένιωσαν πως δεν τα ακούγαμε πραγματικά ή δεν μας ενδιέφεραν αυτά που έλεγαν.

Ή βίωσαν την έλλειψη εμπιστοσύνης σε ό,τι αφορά αυτά που μοιράστηκαν μαζί μας.

Ο στόχος μας ως γονείς είναι να κτίσουμε την εμπιστοσύνη στα παιδιά μας, προδιαθέτοντάς τα να μοιραστούν τις εμπειρίες τους μαζί μας. Γιατί αν δεν νιώσουν άνετα μαζί μας θα τις μοιραστούν με κάποιον άλλο.

Σε ένα μη ομιλητικό παιδί, είναι καλό να του αφιερώνουμε το χρόνο μας όταν καθόμαστε και συζητάμε μαζί του. Μπορούμε να του θέτουμε ανοιχτά ερωτήματα του τύπου: Πώς τα πέρασες σήμερα; Τι έγινε σήμερα στο σχολείο; Ποιος είναι ο καλύτερός σου φίλος; Γιατί προτιμάς αυτόν από τους άλλους; Ποιο είναι το πιο ωραίο πράγμα που σου συνέβη σήμερα; Ποιο ήταν το χειρότερο; Ρωτήστε τη γνώμη του για την οικογένειά σας ή για προσωπικά ζητήματα.

Αφιερώνοντας αρκετή ώρα για να το ακούσουμε, κοιτάζοντάς το στα μάτια και ρωτώντας συνεχώς πράγματα, μαθαίνουμε περισσότερα για τον εσωτερικό του κόσμο. Οφείλουμε, ωστόσο, να είμαστε πολύ προσεκτικοί και να μην τα κρίνουμε όταν μας εμπιστεύονται κάτι.

Γνωρίζω γονείς που χρησιμοποιούν την ώρα του ύπνου για να ακούσουν και να δυναμώσουν τους συναισθηματικούς δεσμούς με τα παιδιά τους. Ξαπλώνουν στο κρεβάτι τους και συζητάνε μαζί τους για διάφορα πράγματα. Αυτές οι στιγμές μένουν ανεξίτηλες στην ψυχή των παιδιών.

Όταν τα παιδιά γίνουν έφηβοι θα νιώθουν πιο άνετα να μιλούν σε μας, παρά σε ξένους.

Μερικά παιδιά πάλι, ίσως νιώθουν άβολα κατ’αρχήν, να καθίσουν μια συγκεκριμένη ώρα και να μιλήσουν μαζί μας. Εμείς δεν πρέπει να τα πιέζουμε και να τα αναγκάζουμε να συζητούν, διότι τότε η όλη διαδικασία θα μετατραπεί σε αρνητική εμπειρία. Μπορούμε να κάνουμε απλές ερωτησούλες του τύπου: «Πώς τα πήγες στο διαγώνισμα σήμερα;..». Μπορούμε πάλι να ρωτήσουμε, «Εάν να τα είχες όλα στη ζωή σου, ποια τρία πράγματα θα θεωρούσες πιο σημαντικά;». Αυτό θα μας δείξει τι θεωρούν σημαντικό για τη ζωή τους. Αργά αλλά σταθερά κτίζουμε τη σχέση μας με τα παιδιά μας μέχρι που κάποια στιγμή θα νιώσουν άνετα και θα καθίσουν από μόνα τους να συζητήσουν μαζί μας, μια συγκεκριμένη ώρα.  

Οφείλουμε επίσης να διασφαλίζουμε το γεγονός πως το ομιλητικό παιδί δεν κλέβει την παράσταση, ωθώντας το ήσυχο να αποτραβιέται στις σκέψεις του.