Η διαφορά ανάμεσα στο θυμό και στο μίσος
Του Γιαακόβ Λίντερ
Ο πεντάχρονος γιος μου ξύπνησε ένα πρωί με την ακλόνητη απόφαση, «σήμερα δεν θα πάω σχολείο». Εξάντλησα όλες τις διαπραγματευτικές μου ικανότητες αλλά χωρίς αποτέλεσμα. Η απόφασή του ήταν τελεσίδικη. Καθώς η ώρα περνούσε, τον σήκωσα απλά και τον έβαλα στο αυτοκίνητο, ενώ αυτός έκλαιγε και κλοτσούσε.
Τελικά μου είπε: «Είσαι πολύ κακός. Δεν με αγαπάς, εγώ θέλω να μείνω στο σπίτι με τη Μαμά μου». Η λογική εξήγηση που του έδωσα πως το έκανα επειδή τον αγαπώ, χτύπησε του κουφού την πόρτα. «Όχι, με μισείς», συνέχιζε απτόητος.
Τα μεγαλύτερα παιδιά μου που περίμεναν στο αυτοκίνητο, γέλασαν με την παρατήρησή του καθώς καταλάβαιναν πολύ καλά πως ενεργούσα για το καλό του.
Πέντε λεπτά αργότερα η κόρη μου με ρώτησε αν θα μπορούσε να πάει σε ένα πάρτι μετά το σχολείο. Όταν η απάντησή μου ήταν κατηγορηματικά Όχι, πήρε τη σκυτάλη από το γιο μου και με τη γλώσσα της πιάτσας των εφήβων μου είπε: «Τί είμαι εγώ, το μαμόθρεφτο; Όλοι οι φίλοι μου θα πάνε. Αν με αγαπάς, θα με αφήσεις να πάω».
Τα παιδιά είναι ειδικοί στη σπορά ενοχών. Όταν δεν παίρνουν αυτό που θέλουν, έχουν όλα την ίδια απάντηση, «Δεν με αγαπάς». Ως γονείς, εμείς τους δίνουμε το καλύτερο, για να νιώσουν την αγάπη και να μας την ανταποδώσουν. Φοβόμαστε πως αν δεν τους προσφέρουμε ό,τι θέλουν, η αγάπη μας διακυβεύεται. Στην πραγματικότητα, όμως, αυτό που εκφράζουν τα παιδιά δεν είναι μίσος, αλλά θυμός που δεν παίρνουν αυτό που θέλουν.
Όπως το να σταματήσουμε το δίχρονο παιδάκι μας που τρέχει να διασχίσει το δρόμο, είναι μια ξεκάθαρη πράξη αγάπης, έτσι πρέπει να θεωρούμε και το γεγονός πως αρνούμαστε σε έναν έφηβο να πάει σε ένα πάρτι ή σε ένα πεντάχρονο να μην πάει στο σχολείο, επειδή εκείνο το αποφάσισε. Ίσως είναι μια πιο «σκληρή» μορφή αγάπης αλλά δεν παύει να είναι αγάπη.
Ο λόγος που πιανόμαστε «αδιάβαστοι» είναι πως στο μυαλό μας δεν έχουμε ακόμα ξεκαθαρίσει τους λόγους της συμπεριφοράς μας. Πιθανόν να μην έχουμε ζυγίσει συνειδητά το βραχυπρόθεσμο πόνο με το μακροπρόθεσμο καλό, με αποτέλεσμα να μην είμαστε σίγουροι ότι ενεργούμε για το μέγιστο όφελος του παιδιού. Επειδή εμείς οι ίδιοι αμφιβάλλουμε πότε πρέπει να δώσουμε στα παιδιά μας αυτό που θέλουν, αρχίζουμε σιγά σιγά να νιώθουμε ενοχές και τελικά να υποχωρούμε.
Ο Βασιλιάς Σολομόντας, ο σοφότερος όλων, είπε (Παροιμίες13: 24): «Αυτός που αποφεύγει την τιμωρία, μισεί το γιο του, αλλά αυτός που τον αγαπά του επιβάλλει την πειθαρχία από νωρίς».
Προκειμένου να αποφεύγουμε τα συναισθήματα ενοχής και αμφιβολίας, θα πρέπει να αφιερώσουμε χρόνο και κόπο για να διαμορφώσουμε τη θέση μας στο θέμα. Μπορεί να θέλουμε να το συζητήσουμε με κάποιον άλλο γονιό ή έναν ειδικό. Εν πάσει περιπτώσει, οφείλουμε να είμαστε σίγουροι πως οι αποφάσεις μας δεν είναι αποτέλεσμα θυμού, εκδίκησης ή επιβεβαίωσης της εξουσίας μας, αλλά καθοδηγούνται από την επιδίωξη του καλύτερου για το παιδί μας.
Μόλις βεβαιωθούμε απόλυτα πως ενεργούμε από αγάπη, τότε η οριστική γνώμη που θα προβάλλουμε θα είναι ακλόνητη. Τα παιδιά θα μάθουν μια μέρα τη διαφορά ανάμεσα στο θυμό, τη σύγχυση, την απογοήτευση από τη μία και στο μίσος, από την άλλη, αναγνωρίζοντας πως η αγάπη κατευθύνει τις πράξεις μας, όπως ακριβώς στην περίπτωση που κάποιος απαγορεύει αυστηρά τη διέλευση του δρόμου σε έναν δίχρονο.
Η συνειδητοποίηση της διαφοράς ανάμεσα στο μίσος και το θυμό μπορεί να μας βοηθήσει και στις σχέσεις που θα αναπτύξουμε ως ενήλικες, όπως για παράδειγμα αν ο σύντροφός μας αντιδράσει με θυμό και οργή σε κάτι που μπορεί να έχουμε κάνει. Κάνοντας το διαχωρισμό, δεν επιτρέπουμε στην αγάπη μας να απειληθεί.